Βεβαίως ὁ ἄνθρωπος περιπατεῖ ἐν φαντασίᾳ· βεβαίως εἰς μάτην ταράττεται· θησαυρίζει, καὶ δὲν ἐξεύρει τίς θέλει συνάξει αὐτά. (Ψαλμός 39: 6)

Μή θησαυρίζετε εἰς ἑαυτοὺς θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σκώληξ καὶ σκωρία ἀφανίζει καὶ ὅπου κλέπται διατρυποῦσι καὶ κλέπτουσινἈλλὰ θησαυρίζετε εἰς ἑαυτοὺς θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ (Ματθαίον 6: 19,20)

Είναι το 1812, όταν ο Μεγάλος Στρατός του Ναπολέοντα άρχισε να υποχωρεί σε όλη τη ρωσική πεδιάδα, μετά από τα τόσα απερίγραπτα δεινά που πέρασε και όντας πλήρως καταβεβλημένος από το κρύο, την κούραση και τις στερήσεις. Για να ανακουφιστούν τα εξαντλημένα στρατεύματα, αποφασίστηκε από τους ανωτέρους να εγκαταλείψουν τα λάφυρα που κουβαλούσαν, τα οποία αποτελούνταν από βαριά σεντούκια γεμάτα χρυσάφι που είχαν κλαπεί από τους Μοσχοβίτες. 

Τότε, οι στρατιώτες, που κυριολεκτικά σέρνονταν στη προσπάθεια τους να περπατήσουν, ακούγοντας την εντολή της εγκατάλειψης του φορτίου, ρίχνονται χωρίς δεύτερη σκέψη πάνω στους θησαυρούς , που αργά ή γρήγορα θα κάλυπτε το χιόνι, με σκοπό να κρατήσουν για τον εαυτό τους όσα περισσότερα μπορούσαν. Τι κι αν βρήκαν λίγη ενέργεια για να συνεχίσουν, φορτώνοντας πάνω τους, άλλοι πολύτιμα αντικείμενα, άλλοι χρυσαφένιες ράβδους, ίσα που κατάφερναν να διανύσουν μια μικρή απόσταση και έπειτα καθένας από αυτούς τους άτυχους στρατιώτες σωριαζόταν στο έδαφος και δεν σηκωνόταν ποτέ ξανά. Ένας άλλος στρατιώτης που ακολουθούσε πιο πίσω φτάνει κι αυτός για να αρπάξει το χρυσό από τον ετοιμοθάνατο στρατιώτη και με τη σειρά του να προσπαθήσει να συνεχίσει τη διαδρομή μέχρι τελικής εξαντλήσεως. Θα έλεγε κανείς ότι διαδραματιζόταν μια φρικτή σκυταλοδρομία. Κάποιος στρατιώτης, μάρτυρας των όσων εξελίχθηκαν, και αρκετά σοφός ώστε να αντισταθεί στο πειρασμό και να μην πάρει κανένα κομμάτι χρυσού μαζί του, είπε όταν πια είχε επιστρέψει σώος… «Σε όλη αυτή τη πορεία που διανύσαμε, είχα δει.. την ίδια ράβδο χρυσού να σκοτώνει, το ένα μετά το άλλο, περισσότερα από τριάντα θύματα.»  

Το μυαλό προσπαθεί να κάνει εικόνα τα όσα εκτυλίχθηκαν στη παραπάνω τραγική ιστορία, ωστόσο αυτή δεν είναι πάρα μια εικόνα ανθρωπίνων πόθων. Πόθων των οποίων η όψη είναι μεν φανταχτερή αλλά τυφλώνει και οδηγεί τον άνθρωπο στο θάνατο χωρίς να το καταλάβει. Προσκολλόμαστε σε άθλια επίγεια αγαθά με την ψευδαίσθηση ότι τα κατέχουμε, ενώ στη πραγματικότητα μας κατέχουν αυτά και γινόμαστε σκλάβοι τους. Θα έρθει η ώρα που θα πρέπει αναγκαστικά να τα ξεφορτωθούμε και μετά, τι θα μείνει όταν φτάσουμε στο μέρος όπου ο χρυσός δεν έχει αξία;

Ας ανοίξουμε τα μάτια μας στις αληθινές αξίες, στα δώρα που μας δίνει ο Θεός. Αυτά τα λαμβάνουμε δωρεάν μέσω της πίστης στον Κύριο μας Ιησού Χριστό που μας σώζει. Ο ίδιος μας λέει «Κάντε για τον εαυτό σας βαλάντια που δεν παλιώνουν, θησαυρό στους ουρανούς, που δεν χάνεται, όπου κλέφτης δεν πλησιάζει ούτε σκουλήκι καταστρέφει. Επειδή, όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας.» (Λουκάν 12: 33,34)  

(ΠΗΓΗ: IL MESSAGGERO CRISTIANO 2024, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ)

Για να κατεβάσετε το παραπάνω άρθρο πατήστε εδώ.